Το Blog της αγάπης

Αγάπη για ποίηση και για άξια αξιοπρέπεια στις γυναίκες

Wednesday, May 30, 2007


Οι γυναίκες αξίζουν,
γνήσια αγάπη.

Να θυμάσαι τα λόγια μου, γλυκιά, ευαίσθητη, γυναίκα. Για σένα γράφω, τούτες τις γραμμές. Συντροφιά, τις μοναχικές ώρες, που μένεις μόνη σου. Γιατί, στο λέω, ότι μας στερεί ο Θεός, με όλους τους κακούς ανθρώπους, που φέρνει εμπρός μας, καλύτερα, στο λέω, κείνο που σου λείπει, να το ζεις εικονικά. Εμπεριέχει ένα ποσοστό ζεστασιάς και τρυφερότητας, να ζεις στη φαντασία σου, ότι έχεις ανάγκη. Για σένα το πράττω, αφού καμία δε μου ‘δειξε ανοιχτά, να το πει, με λόγια, κι ένα τρυφερό χάδι: είσαι ότι ονειρευόμουνα. Τέτοια αγάπη, ποτάμι γλυκύτητας, δεν πλεύρισε το δρόμο, που βρίσκεται η κατοικία μου.
Ζήσε λοιπόν, μαζί μου, γλυκιά νέα γυναίκα, τον πλατωνικό έρωτα, που πάντοτε είχες ανάγκη. Κάποια Μαγιάτικα απογεύματα, που επιστρέφεις απ’ τη δουλειά, με τις οικιακές εργασίες να φωνάζουν, τόσο φάλτσα, περιμένοντας τη τέλεση τους. Εσύ επιθυμείς μόνο, εκείνη τη στιγμή, να σ’ αγαπούν. Σκέψου πως βρίσκομαι κοντά σου, σε φροντίζω. Σου λέω, σ’ αγαπώ. Αν αγάπησε άλλος περισσότερο, τη γυναίκα, που να λυγίζεις μέσα σου, απ’ το θέλω για αισθήματα. Χιλιάδες κομμάτια γίνομαι, αν επιχειρήσω να μετρήσω, τη ποσότητα.
Θα ‘μαι λοιπόν, εκεί, πλάι σου. Εικονικώς πραγματικά. Μην απογοητεύεσαι. Εγώ για σένα το κάνω. Επειδή ο Θεός δεν καταλαβαίνει. Παρά μόνο όποιοι είναι ερωτευμένοι με την έννοια αγάπη, προς το αντίθετο του φύλο, τόσο ακραία, που σου ‘ρχεται να εκραγείς. Ζήσε μαζί μου την εικονική αγάπη, ότι μας Στέρησε. Επιτέλους αποδόθηκε δικαιοσύνη.
Τις ώρες που σε πολεμούν, νέα γυναίκα, οι διαφημίσεις, οι γονείς σου, οι συνάδελφοι, οι φίλοι.. οι αχάριστοι, οι τοίχοι του σπιτιού σου που μισείς. Αγκάλιασε τότε, ένα μαξιλάρι, και σκέψου πως είμαι εγώ, ανεξάντλητος από τρυφερότητα. Σα λουλούδια που αγαπάς. Ο ιππότης σου στο λευκό του άλογο –να με δεις στα λευκά, ντυμένο. Ένας όχι βέβαια, τέλειος, ιππότης, γιατί οι κυνικοί και οι βολεμένοι, χαρακτηρίζουν αδυναμία, να εξωτερικεύεις τα συναισθηματικά σου πάθη. Τα έργα ενός ντροπαλού χαρακτήρα. Να σκέφτεσαι, γλυκιά μου αγάπη, πως βρίσκομαι πάντα, κοντά σου. Σου μιλώ. Διαβάζουμε ποιήματα. Σε κρατώ ασφαλή, στην αγκαλιά μου, παντοτινή γυναικεία μορφή, που αν δεν υπήρχες, θα είχα χάσει το χρώμα, το σφρίγος μου το ίδιο, της αναπνοής, παρομοίως όπως το χρώμα των τριαντάφυλλων, ξεθωριάζει με το πέρας των ημερών. Τούτο φέρνει λύπη.
Φιλώ κάθε δάκρυ σου. Βαστώ τις εύθραυστες σου, παλάμες, τόσο όμορφο το θηλυκό γένος. Θα εκραγεί η σκέψη μου απ’ τη στοργή και το θέλω να είστε ευτυχισμένες. Κι ας είμαι αρνητικός, φορές.
Ακούς, εικονική μου, αγάπη; Για σένα συμβαίνει, όλο αυτό. Αληθινά, όσο ο πόθος σου να ταξιδέψεις με κάποιον που μόνο εσένα, προσέχει και αγαπά, στις όμορφες, Μεσογειακές, πόλεις. Βουδαπέστη, Βενετία, Πράγα. Βαρκελώνη, όπως άκουσα μόλις τελευταία, πως σου κόβει την ανάσα. Ή κάπου εδώ κοντά; Κύθηρα, λόγω σχετικού ποιήματος. Σαντορίνη. Μήλος. Σύμη. Να σε πάω να δεις την όμορφη Κέρκυρα. Να με πας στα νησιά ή στο θάμπος ηπειρωτικών τοπίων, που αγαπάς. Με το νου, ορισμένες φορές.
Έλα και άγγιξε τη παλάμη μου, στη προσφέρω. Κει στην αμμουδιά που θα βρίσκεσαι, μόνη, εν τέλει, εν μέσω μιας παρέας που δεν συζητά. Το βράδυ στο μπαλκόνι του ξενοδοχείου, ενόσω μετράς τ’ αστέρια. Στο χωριό, σε περιπάτους, στις ελιές πιθανόν. Κι εδώ. Να σου χαμογελώ, διαλυμένα τα κομμάτια μου, σε όλη τη πόλη, σ’ αμέτρητες εικονικές επισκέψεις, σ’ ευαίσθητες ψυχές, που κανείς δεν ανακάλυψε, τη γυναικεία τους, αγνή, ψυχή. Καύσιμο γίνομαι. Το θέλω απέραντα. Πριν, τώρα. Τις ώρες, γλυκιά μου, που δε βρίσκεις κάποιον να σε λατρέψει. Είμαι εγώ για σένα. Ο άνθρωπος, αξίζει. Θυμήσου το.
Ψάχνοντας λίγες ακόμη, φράσεις, δικές μου.
Για τι άλλο να σου μιλήσω. Να έρθεις να δεις τα λουλούδια μου πως ανθίζουν, χάρη στη ποιοτική μουσική, που αγαπούν και εκείνα. Ξένα, δεκαετίας ’80. ελληνικά, από Πάριο, Γαλάνη, τους παλαιούς καλούς ερμηνευτές, στις ασπρόμαυρες, Ελληνικές, ταινίες. Από τους νεότερους, Αρβανιτάκη, Τσαλιγοπούλου, Αλεξίου, και άλλους, λίγους ακόμη, με σπάνια ομορφιά, ψυχής. Είναι καλό, πότε πότε, να σπαράζεις, ακούγοντας μουσική. Εκτονώνεσαι.
Να σκέφτεσαι πως σ’ αγαπούν.
Μια ζωή αφιερωνόμουν στις γυναικείες ψυχές, με χαρά και με λύπη. Με φροντίδα νοητική έστω. Είναι κι αυτό μια εκτόνωση. Ενόσω φουσκώνει το συναισθηματικό μπαλόνι, δίχως ένα πρόσωπο, να δοθεί η ήρεμη φυσικότητα ενός ανθρώπου.
Σ’ αγαπώ.

Γεράσιμος Μηνάς 2007

Monday, May 14, 2007






































Ανθρωπότητα

Όταν βιώνεις το σήμερα,
Δεν επινοείς κείνη την προσφιλή σου γραφή.
Περιστασιακά, σημειώνεις στο νου, σκόρπιες φράσεις
που θες να θυμάσαι.
Εξακολουθείς να παραμένεις άνθρωπος.

Αναδιοργανώνεις τη φόρμα σου.
Επικοινωνείς με τη φυσικότητα.
Όλοι προσπαθούμε να ενδιαφέρουμε.
Στη δουλειά, μήπως και διαφέρουμε.
Σιμώνεις τη φιλία. Απομακρύνονται οι αυταπάτες.

Έξω από το εργασιακό περιβάλλον,
ο ελεύθερος χρόνος προδιαθέτει προς το θεμιτό στόχο;
Η ζωή είναι άδικη.
Γιατί θα ‘πρεπε, κείνο το άτομο
Που σε συμπαθεί, αυτόματα και να φλερτάρει.
Οικογένεια, σημαίνει υποχωρήσεις.
Προσχέδια καταστρώνονται, στη προσέγγιση σας.
Αγαπώ την ανθρωπιά
που μας ενώνει, αν μας ενώνει
ή φροντίζει τον εσωτερικό θρίαμβο της καλοσύνης.

Φυσικά και κατανοώ
Ότι με μεγάλωσες με κόπο και φιλότιμο.
Κι είμαι ικανός, να φερθώ
Με την καλοσύνη και τη κατανόηση
Που περιμένεις ως ανάγκη ή ανταπόδοση τελικά.

Έχω καιρό να αισθανθώ τον αέρα
στα μαλλιά μου.
Επιλέγοντας μία γυναίκα,
θα προτιμούσα, ποτέ να μην τη κακολογήσω.
Ούτε να μου τη προμηθεύσει κάποιος γνωστός.

Μακάρι η ζωή να ήταν μόνο ομορφιά,
Δοσμένη από απλά βλέμματα.
Αν δίδονταν στο καθένα, ίσες ευκαιρίες.
Διορθώνεται. Χαμηλώνω.
Τα χαρτιά μου είναι το πρόσωπο μου¢

Ένα όνειρο, θα ήταν καλό
Να μην αντιγράφεται από ταινία ή ενός άλλου, παρωδία.
Πανάκεια αποτελεί αποκλειστικά ο εαυτός μας.
Εμπειρίες αγαπητές. Ενεργές. Λες, ξεπερασμένες.
Η νεότητα μας στη πράξη.

Υγεία η χαρά των νέων.
Τα σχήματα τα γνωστά, όχι προσπελάσιμα από όλους.
Η επικοινωνία σημάνει, άραγε πότε.
Επιθυμώ να κοιμηθώ δίχως φόβο.
Προκατάληψη, επειδή δεν αρέσει η αλήθεια.
Η απλότητα, παρομοιάζεται με τα διακριτικά κτίρια
στη πόλη. Σου μιλούν όπως κι ο ίδιος.
Στο δρόμο, κάποιος μου είπε: οι νεκροί,
Βόμβες δεν υποφέρουν.
Άλλοι όμως, βεβηλώνουν τον τόπο ταφής τους.

Ο άνθρωπος δεν δύναται να υπερασπιστεί το είναι του,
Επειδή ως παιδί, δεν πειθαρχεί στους νόμους των μεγάλων.
Πώς να εναντιωθείς σε όποιον
Σ’ έχει ήδη ξεπερασμένο. Καταστρέφει τελικά,
Με σαφήνεια –ήδη προσχεδιασμένο.

Μακάρι να ξέραμε τι κάναμε.
Τόσες τέχνες, μελωδίες και συγγράμματα.
Και ύφος χαμένο.
Αυτό είμαστε.
Ξεχνάμε. Δεν αφιερωνόμαστε.

Ο ήχος από τα τζιτζίκια στα χωράφια μου λείπει.
Κατεβασμένο το παράθυρο επιστρέφοντας
από κοντινή εκδρομική εξόρμηση.
Η μοίρα μας,
Ετοιμασμένη γνέφει από τη θύρα της καρδιάς¢

Τη μεγαλύτερη χαρά, επικαλούμαι.
Να διαβάζεται η άποψη
σε κάθε γλώσσα και διάλεκτο, άμεσα.
Να μη προσπερνά ο καιρός, μήπως και εξολοθρευτεί.
Πρόσωπο προς πρόσωπο. Τούτο δεν αντιγράφεται επ’ ουδενί.

Δεν κατανοώ, γιατί προβάλλεται μια λεία κοινωνία,
Προσβάσιμη στα πάντα κι απ’ τους πάντες.
Ως λεία, σαρκώδης, άρα ημιτελής.
Ένας προς έναν, αγωνιούν να οριοθετηθούν.
Τούτοι είναι πολλοί. Η ζωή, απλά, μία¢
Μεις, γράφουμε για όσα θεωρούμε σημαντικά.
Αν υπερβάλλουμε κάπου, δείξε εμπιστοσύνη.
Η ιστορία διδάσκει, πως ποτέ, το δίκαιο
Δεν κρύβεται δια παντός. Κάποτε ανασαίνει.
Το καθάρισα επιβλέποντας το καθημερινά.

Φίλη μου.
Παρατηρείς τα βήματα μου. Ένα εμπρός, δύο προς τα πίσω.
Η ταραχή να ευθυγραμμισθείς. Σ’ εσένα.
Ξέρεις τι είσαι; Επηρεάζει μια καλή στάση, προοδευτικά;
Γιατί πρέπει να είμαι κάτι σίγουρο, αφού δεν υποφέρεται;

Κοιτώ το είδωλο μου.
Είμαι φίλος του, επομένως –αναρωτιέμαι.
Τα μάτια μου κουρασμένα, σου γνέφουν σαν κενό χώρισμα.
Διάφανο μα ορατό με ηλεκτρονικό διακόπτη.
Η τεχνολογία αχρηστεύει τη λογική της αποταμίευσης.

Όταν ταξιδέψω, εκτός κι αν με απολύσουν.
Βιντεοσκοπώ τα τοπία ως κάτι αγαθό.
Άξιο εμπιστοσύνης, τοπικά. Τούτη η γη
Είναι η πατρίδα της καρδιάς μου.
Ο τόπος όπου πατούν οι πρώτες ύλες των πατούσων μου.

Το περιβάλλον είναι τα μάτια του πιστού μου κατοικίδιου.
Δέχεται τη συντροφιά μου, συχνότερα
Απ’ ότι του την προσφέρω -το επιδιώκω ή το αποφεύγω;
Με περιθάλπει ως γνώση και επίβλεψη.
Ως σταθερότητα.

Όταν ταξιδέψω, ξέρω ότι θα του λείψω.
Θα χρειαστεί.
Ότι αγαπώ, είναι η εσωτερική μου φωνή. Στη χαρίζω.
Κλαίει και γελά, ανέκφραστη όμως.
Σου είπα, η ανθρωπιά επιμένει.
Ο ελεύθερος χρόνος. Νοείται με σβηστή την τηλεόραση.
Δίχως άγχος να τον γεμίσω με κάτι. Ακουστικά ακόμη.
Η θεωρία δεν έθρεψε ποτέ, κανένα στομάχι.
Η έλλειψη επαφής με την πραγματικότητα,
Ομοιάζει κομμένο κομμάτι πίττας που έχει ήδη σαπίσει.

Ουδείς δεν δικαιούται να ξεχωρίζει
ή να κομπάζει πως κάτι έκανε.
Το πτυχίο, ποτέ δε μου χρησίμεψε.
Ακέραιο στο ειδικό χαρτί, τυπωμένο.
Το πετυχαίνει. Να διαφέρει.

Το χαμόγελο ενός παιδιού με το βλέμμα
Καρφωμένο στο δικό σου, πλημμυρίζει με αγάπη τη καρδιά.
Θα ‘θελα, το κλίμα ετούτο που βιώνουμε
Να μην λειτουργούσε ως συνέπεια της ανοησίας μας.
Θα ‘θελα να σου πω, υπάρχει χώρος για ταπεινές υποστάσεις.

Κι αν πληγώνω, κι αφότου συγκρατώ με πείσμα, μακριά,
Την παλίρροια
που ξεπλένει κακές αναμνήσεις,
Φαντάζομαι, επιβάλλεται από εσωτερικές δυνάμεις,
Μεγαλώνοντας.

Σκορπώ ακαθόριστα το παρόν μου. Δεν σου οφείλω
Μια κακή στάση,
Μα έλα που η αγάπη μέσω της συνεργασίας,
Πάντοτε ωφελούσε προς την λάθος κατεύθυνση.
Εμάς, επειδή εκείνοι, αγόραζαν σταδιακά, τα μυστικά μας.

Κείνο που οφείλω δεν το πρόσφερα.
Το νόημα, φορές, διαφεύγει με τα όνειρα, τα φραστικά.
Ο νους συγκαταβαίνει. Τον διοικούμε σοφά;
Αν ναι, υποπτεύομαι ότι διαμορφώνω κάτι ακέραιο.
Αν όχι, υποστηρίζω αργά, πως άργησα να το εννοήσω.
Όταν στενοχωρώ κάποιον,
το δηλώνει η στάση του σώματος του.
Ως άνθρωποι, δηλώνουμε απάνθρωποι.
Αν σ’ αγκαλιάσει η φόρμα μου,
άφησε τους αισθητήρες ελεύθερους.

Αναρωτιέμαι αν θα προλάβω να σου πω,
πατέρα, μάνα, σ’ αγαπώ.
Ως πότε θα ‘στε κοντά μου.
Ταπεινά στρέφω το μάγουλο, αναμένοντας
Το στοργικό φιλί ή το αέναο άγγιγμα.

Όχι πως το αξίζω.
Μα είναι το έλεος παντοτινό,
ή τουλάχιστον, έτσι μου φαίνεται.
Σου μιλώ δίχως να ντρέπομαι,
παρά μόνο για τα λάθη μου. Ως τωρινή συνέπεια.

Τι πολιτισμό βιώνουμε,
Κι αν είναι αυτό, αναγκαίο κακό.
Ερχόμαστε κοντά ο ένας στον άλλο
Ή πολεμούμε ότι δεν αναγνωρίζουμε.
Το τρυφερό, γεννάει φιλία. Και στα δύο φύλα.

Το τυπικό πρόσωπο έχω ανάγκη.
Με γαληνεύει. Μ’ απορροφά.
Τίποτα δεν μου χαρίζει, παρά τη φυσική ομορφιά.
Άοσμη σε κλειστό χώρο.
«Εύγεστη» σ’ εξωτερικό, ενόσω συνοδεύεται με κίνηση.

Εκεί όπου περπατάς, σε σκέπτομαι.
Όταν επιλέγεις μια απόφαση.
Συνομιλώ, δεν αποφεύγω.
Οι εικόνες δεν ψεύδονται –και οι στημένες.
Ο ήχος ανθίζει τα σκοτεινά δωμάτια.
Θα ‘θελα να φιλτράρω όσα ακούω.
Τα λόγια που ξεστομίζω. Όσους εχθρεύομαι.
Τις αποχωρήσεις, τη σημαία
που κατεβάζω. Όσα αποκαλύπτω εις βάρος μου.
Τα “κρύα” βράδια, όταν διαβάζω.

Ξεκουράζομαι, μόνος μου;
Το κακό εισχωρεί –δεν σε συγχωρεί.
Χτίζω κάτι ενόσω είμαι ήρεμος,
μα η μοναξιά, στη σιωπή, το αμαυρώνει.
Σε κοιτώ.

Το λάθος σου, παιδί μου, το τοποθετώ
με στηρίγματα ελέους, σε μη φανερό σημείο. Η ευθύνη,
να κόψεις τον καρπό, ενόσω ωριμάζει, δεν κλίνεται
σε κανέναν χρόνο, ούτε ως επίθετο. Παραμένει ρήμα ενεργό. Άφησε το να γευθεί το ποιόν του σφάλματος του.

Η ευθύνη είναι πιο τρομαχτική απ’ το ίδιο το μέλλον.
Να ανέχεσαι το πεδίο επιρροής τους, ενόσω καταρρέει.
Σε κάθε σπίτι, ομιλίες συμβιώνουν.
Έπιπλα παρατήρησα, σε χρήση.
Συναισθήματα φορές, παγερά. Άλλοτε, επί τόπου, θερμά.

Είμαστε άνθρωποι. Έμπνευση κάποιου.
Φωτογραφία στις διακοπές.
Μουσική σ΄ επανάληψη. Εμπειρίες. Ημέρες.
Σ’ αγαπώ, ενόσω ξεχνώ ότι φεύγεις.
Σε πλησιάζω. Γράφω για σένα.

Συμφωνώ ότι παρατείνω την αφορμή,
που συντηρεί την ελπίδα.
Ανασαίνει, δεν ανασαίνει.
Επιθεωρώ εμένα, στην ησυχία μου.
Πειράζει να με ανακαλύπτω άνθρωπο;
Γεράσιμος Μηνάς 2003

άνθρωποι

Πως θα κερδίσω τους ανθρώπους.
Με την αγνή αγάπη
και τα σπαστά διπλωμένα δάχτυλα
σε ακανόνιστη φόρμα.

Με την ίδια φυσικότητα
που παρατηρώ το βλέμμα της,
Τις γωνίες της στιγμής
στο πρόσωπο της.

Φορές εύχομαι
να ενταχθώ στα χειρότερα τραγικότερα γεγονότα
Ώστε να κατανοήσω τ’ απλουστευμένα.
Να μην έχω ανάγκη να είμαι θύμα.

Και είναι αυτό το θάρρος,
η λύτρωση σε κάθε φόβο,
δεν θα ‘λεγα, και πάθος.
Τουλάχιστον, πως ανήκω στους ενήλικους.

Αν είναι οργανικοί οι τοίχοι,
μεμιάς διαλύονται –ή στον χρόνο τους.
Όπως η επαφή, η συνομιλία.
Κάθισε. Έχω να τα πούμε.

Λυπάμαι μόνο για τα σαββατοκύριακα
που περνούν δίχως έρωτα.
Άσε με να μυρίσω τα μαλλιά σου.
Να ψηλαφίσω κάθε σου πόντο.

Εξαρτάται από μένα,
να κερδίσω τους ανθρώπους.
Όσα προβλήματα δημιουργηθούν.
Το πρόσωπο μου αγνοώ.

Την έκφραση. Τη μάθηση των εκφράσεων.
Μήπως αξίζει να σε σκέπτομαι.
Το μέλλον. Οι άνθρωποι
Κρίνουν,

Εύκολα τους άλλους ως θύματα.
Επειδή οι ίδιοι νομίζουν πως
Έχουν λύσει κατά πάντα το αίνιγμα του είναι τους.
Άρα καταφεύγουν στην εύκολη λύση.

Πιστεύουν πως έχουν δίκιο
να κατευθύνουν τον άλλο,
Πιθανόν, στο μονοπάτι
που οι ίδιοι κίνησαν, και οδηγεί στην ψεύτικη ευτυχία.
Ο πατέρας, μου είπε, αν ζουν έτσι, όλοι αυτοί,
Θεωρούνται φυσιολογικοί άνθρωποι.
Φαντάσου τότε, πως είναι οι αφύσικοι.
Επειδή αγνοούν την κύρια ιδέα.

Από μόνη της θα σας αποκαλυφθεί.
Κι αν δεν θέλετε, μην ακούσετε.
Όπως αποφεύγετε τους μοναχικούς,
Γιατί η ζωή τους δεν σας είναι ενδιαφέρουσα.

Λείπει από τους “φυσιολογικούς”,
Η αγνή αγάπη. Προς τον εαυτό τους, αρχικά,
Κατόπιν, προς όποιον διαφέρει,
Επομένως, δεν τους ενδιαφέρει.

Καταθέτω την λειψή από κάρβουνα, εστία ζωής.
Αναζητώ την επόμενη κίνηση στο βλέμμα
το δικό της. Γυναίκα και ζωή, το ίδιο θηλυκό.
Μακάρι να είχαμε περισσότερο χρόνο.

Οι οσμές του βίου, το ξύπνημα.
Ξεσπάσματα λογικής.
Θορυβώ όταν δεν είμαι μόνος.
Εκτιμώ την ηρεμία των ήχων στο “ρεπό” μου.

Κάποιοι κάνουν οικονομία στα χρήματα.
Ορισμένοι στα λόγια. Εννοώ συμπαράσταση.
Όχι να έχω συνεχώς δίκιο.
Χαρούμενος πάντα με την λογική μου. Εννοώ ωριμότητα.

Ελάχιστοι δεν μιλούν με υπονοούμενα
-περίμενε τα μεγαλύτερα ψέματα¢
Η άνοιξη στην καρδιά των αισθήσεων.
Απόγευμα. Δροσιά. Καλός καιρός –απομακρύνεται ο ήλιος.

Η αισιοδοξία; Τυχερό πέταλο.
Απλά προετοιμάζομαι.
Δεν αγνοώ. Απλά πέφτω, δεν βιάζομαι
Να διορθωθώ, αμέσως. Να ‘μαι χαρούμενος.

Η θεραπεία σ’ εκείνο το σημαντικό λάθος
της εφηβείας, είναι να μην το επαναλαμβάνεις.
Δύσκολο που είναι.
Τουλάχιστον να βρίσκομαι μακριά από τον γκρεμό σας.

Της μοιχείας σε όλους τους τομείς.
Πόσο δίκιο Είχες, όταν διαχώριζες
τους πιστούς Σου από τις εκφυλισμένες συνειδήσεις.
Έπρεπε ν’ απομακρυνθώ,



Ώστε να μου απαντηθεί η απορία.
Πιθανότατα όμως, να βρεθώ στη θέση
εκείνου, ενόσω ζητά νερό από τον “Λάζαρο”.
Από μένα εξαρτάται.

Τη ζωή μου επιθυμώ να αλλάξω.
Προσπερνώ επίσημα, πρόσωπα στο παρελθόν
-τα λυπάμαι, μα δεν συγχωρώ τον άδικο κόσμο.
Σ’ ένα κουτί κλείνομαι.

Ίσως γλιτώσω από τη λογική των αφύσικων.
Πάντοτε πιστοί στον συμβουλευτικό τους χαρακτήρα.
Διαλύω το τώρα, μήπως και διατηρήσω
το κουκούτσι.

Εσύ είσαι γυναίκα.
Δεν ξέρω σε τι διαφέρουμε.
Την ίδια προσπάθεια καταβάλλουμε
για να διασχίσουμε το πεζοδρόμιο.

Ν’ αλλάξουμε.
Μαγειρική με την αγαπημένη μας μερίδα.
Διαθέτουμε χρόνο για εμάς.
Το ίδιο, ξημερώνει, για εμάς.

Σα χαμογελάς, περιμένεις ανταπόδοση.
Όπως και την αλλαγή.
Ξαφνικά, μήπως ομορφύνει η ζωή¢
Απαλύνω λίγο το περιβάλλον.

Η ζωή μου συνεχίζεται.
Αναπνέω, έτσι δεν είναι;
Αποφεύγω ευθύνες, μα δεν πειράζει.
Δεν περίμενα ν’ αλλάξει κάτι, εκεί μέσα.

Δεν υπήρχε ή δεν μπορούσε να βρεθεί,
Νόημα.
Έχει πριονίδι ετούτος ο βίος.
Αμφιβάλλω αν στην υγρασία, παγώνουν.

Όπως οι στραβές αναμνήσεις.
Τα ψέματα,
που δίνουν χρόνο στον άλλο.
Η ελπίδα πως όλα θα διορθωθούν.

Μου αρέσει το σχήμα στα ψωμάκια.
Της ελευθερίας, επίσης.
Του να παίρνεις τη ζωή στα χέρια σου.
Κι αν σε πληγώσουν, δες το θαύμα. Είσαι εσύ.



Αργότερα,
Διαλύω τη ζωή μου γιατί έτσι πρέπει.
Πώς γίνεται να προδώσεις συνειδήσεις εργοδοτών
Καταπατημένες από παρανομίες και εκμετάλλευση.

Ίσως είναι η τιμωρία που δεν ανέμεναν.
Η προσωπική μου -η πτώση.
Κατόπιν, τροχίζω τα νεύρα των γύρω μου,
όσο μπορώ –δεν θα με διώξετε τόσο εύκολα.

Σε λίγο, συνεχίζω να μη μιλώ.
Μόνο γέρνω, μες τη γλυκιά αίσθηση
του αρώματος του πορτοκαλιού στο στόμα μου.
Ξέρω, πότε αδικείται ένας άνθρωπος.

Όλοι ψάχνουν την ευτυχία.
Ένας σπάγκος στην άκρη του χεριού σου, τεντωμένος.
Σα να περιμένεις από τη νύχτα
να φωτιστεί από χιλιάδες, μικρά λαμπερά λαμπερά χρώματα.

Η “έκπληξη” της πρώτης γωνίας
Της ματιάς, κινούμενοι στο χώρο,
καθαρά, με απλότητα και αποδοχή,
Που ανήκουμε και σε τι στηρίζεται η εποχή μας.

Λατρεύω τις μοναχικές στιγμές
με το φως να γέρνει στον ορίζοντα.
Μόνο τότε ηρεμώ, και αισιοδοξώ.
Αυτόματα, προστατεύω τον εαυτό μου.

Ο άνθρωπος χρειάζεται την ταπεινότητα.
Πρέπει όμως ν’ αγωνίζεται, πρωταρχικά,
με τις ιδιωτικές του δυνάμεις.
Αν θέλει. Εξάλλου, ο χρόνος είναι δικαίωμα μας.

Ευτυχία: η ικανότητα του ήλιου
Να αγγίζει ένα έπιπλο, βαθιά μες το δωμάτιο,
από μια σχισμή μόλις, στο παράθυρο.
Είμαι δυνατός στη σημασία των αγνών πραγμάτων.

Ο Γάμος. Η ευθύνη του ενός προς τον άλλο.
Ως δικαιώματα –και διάθεση χρόνου.
Ως υποχρεώσεις προς το νέο μέλος
που πλησιάζει. Κούραση. Ξεκούραση.

Είσαι κι εσύ άνθρωπος.
Σε θέλω όπως είσαι. Δεν διαφέρεις.
Φέρνεις ζωή, συμμετέχω στην δημιουργία.
Μοιραζόμαστε την ευθύνη του εαυτού μας.



Βλέπεις; Μπορώ.
Λυπάμαι μόνο,
για τα χαμένα χρόνια, δίχως τη ματιά
και της κόρης μου. Τώρα θα ήταν, πόσο, οχτώ;

-χρόνια χωρίς δουλειά.
Εκείνου που έπρεπε να γνωρίζω.
Των σημαντικών αγνών επιθυμιών.
Δίχως τη γνώση της σημασίας τους.

Εμείς οι απλοί, φτωχοί πλην τίμιοι όμως,
Συνειδητοποιούμε τα απλά πράγματα.
Γνωρίζουμε ότι υπάρχουν.
Μα μας εκμεταλλεύονται¢

Μου αρέσει η καλλιέργεια του ύφους σου
σε κάθε απλή, πράξη καθαριότητας.
Ήσυχη. Σε μαθαίνω. Σιγά σιγά.
Τι είναι οι άνθρωποι. Αγάπη.

Στο είπα. Εγώ ορίζω την τύχη μου.
Όχι οι γονείς. Αν έχουν υπομονή, μ’ αγαπούν.
Εκτός αν διστάζουν να με διώξουν,
“Ποινικά”, χάρη στο φαύλο σύνταγμα μιας δείνα νωχέλειας.

Πως θα κερδίσω τους ανθρώπους, ρώτησες;
Όποιος πληγωθεί, δεν δέχεται πια να τον χτυπάς.
Είναι απλό όμως το θάρρος της προσέγγισης.
Κλείνει αγάπη.

Φορές το θάρρος χαρακτηρίζεται θρασύ.
Κι έτσι είναι.
Οι άνθρωποι θέλουν εσύ να αλλάξεις,
Να μαλακώσεις, μήπως και σε δεχτούν πίσω.

Όλοι καταφεύγουν σε προσανάμματα μίσους.
Κρίσης. Καταδίκης. Αποφυγής.
“Ένστολοι φυσιολογικοί” άνθρωποι εσείς,
δεν καταλάβατε ακόμα πως σας ανήκω;

Πως θα με κερδίσουν εκείνοι
Θα έπρεπε να αναγνωρίζω
Τούτη την αφίσα
Στην λεωφόρο όπου διαβαίνουν καθημερινά.

Τους χτυπά καταπρόσωπο,
Πως δεν είμαι άρρωστος στα “αθώα” μάτια της αντίληψης τους.
Τους κοιτά εκείνο το βλέμμα. Το δικό μου. Ερευνητικά.
Μες τα χρώματα του σήμερα, βαμμένο το ταμπλό.



Προσωπικά,
Ποτέ μου δεν πίστεψα στην όποια βοήθεια.
Από πουθενά.
Ούτε κι αν κάνω το χατίρι των γονιών.

Σε κάθε παλαβή νέα τους θεώρηση,
που ανήκω.
Ότι τους ανήκω.
Τώρα. Ακόμα. Σχεδόν στα τριάντα δύο.

Ακόμη δεν ωρίμασαν;
Επιλεκτικά ακούνε. “Ανεκτικά” προτείνουν.
Παρά φύση κατευθύνουν. Με το πρόσχημα
όποιας αρρώστιας, βιάζουν καταστάσεις.

Αν τηρούσαμε το: τίμα τους γονείς σου κατά πάντα,
Θα έπρεπε να πεθάνουν,
Προτού έχουμε το δικαίωμα στις αποφάσεις μας,
Ως νέοι ενήλικοι, στον σαθρό όμως πάγο της εποχής μας.

Μία ολόκληρη μέρα –με φως.
Να μην έβλεπα κανένα γυμνό στην τηλεόραση.
Αναρωτιέμαι που είναι η ζωή.
Μήπως στα κλαμπ, στα μπαρ; Στα σοκάκια

Τα σκοτεινά; Στ’ ανοιχτά ντεκολτέ;
Στα βαμμένα γηραιά γυναικεία πρόσωπα;
Στην κινούμενη άμμο της εξουσίας;
Στο αλάτι της ζωής,

που ορισμένοι ονομάζουν ως γκρίνια.
Ως ζήλια. Τα πάθη. Τα ανόητα αστεία.
Να παίζεις με τη ζωή του άλλου.
Η ζωή χρειάζεται σωστή διαχείριση.

Την απαιτεί.
Δεν χρηματίζεται.
Δεν κάνει εμετό όσο κι αν τη κλωτσήσεις.
Ανέχεται. Αντέχει. Υπομένει καρτερικά.

Ευτυχία: πως τίποτα δεν φαίνεται ως αξιοθέατο.
Δεν λύνεται διαφορετικά.
Αυτό φοβάστε. Που μιλώ.
Άνθρωποι, φοβάστε.

Την παρέα φοβισμένων ανθρώπων.
Άνθρωπος
που δεν φοβήθηκε ποτέ για κάτι,
μια περίοδο του βίου του,



δεν θεωρείται άνθρωπος.
Μήτε και ώριμος. Επειδή ακριβώς αυτή η μάχη
μέσα από πολλές πληγές, σου “γυαλίζει την πανοπλία”.
Ν’ αποφεύγεις εκείνους

που δεν φοβήθηκαν ποτέ, για τίποτε
-πόσο περήφανοι, αλαζόνες και λογικοί! που είναι.
Τα είχαν όλα έτοιμα, πάντα. Φαίνεται.
Που να εννοήσουν

Πως είναι, να τελείσαι άκληρος. Το μισό σου βίο.
Ο φόβος ενδέχεται να είναι, ο απαραίτητος σκόλοπας,
Κάποιου ατόμου. Όλοι βαστούν ένα σκόλοπα.
Έστω και οι ανέγγιχτοι από μοναξιά¢

* * *

Βρίσκομαι στο μάτι του τυφώνα
όπου ηρεμία επικρατεί.
Πράγματι, να βαστάς το μόλις γεννημένο σου τέκνο,
Σου αποκαλύπτεται το νόημα της ζωής.

Προσωπικά, δεν μου το είπαν οι γονείς.
Θα ‘πρεπε να νοείται και το αντίθετο.
Σαν αγαπητός φωτογράφος. Δείγμα ευημερίας
Πνευματικής.

Θυμάμαι μια βροχή, φυσική ανθρώπινη.
Ανάγκη για όνειρα και ταξίδια. Περιοδικά.
Ευτυχώς που αγαπώ τις γυναίκες.
Ακούω βήματα. Οπτικά ερεθίσματα. Μικροσκοπική ζωή.

Ανάγκη για μοναχικές ώρες και φιλτράρισμα.
Ψυχικό λουτρό. Καθάρισμα. Μακριά από
Ανθρώπους.
Οι φίλοι, συνέχεια, προσωπικής μας αποδοχής.

Τους συναντώ με ακατέργαστη φαντασία.
Βαπτίζοντας τους χρωματικά, από ήπειρο σε ήπειρο.
Εμφιαλώνοντας τοπικά αξιόμαχα χαρακτηριστικά,
Μήπως δεν χωρά σ’ εκείνα τα πρόσωπα.

Πότε θα πλησιάσουμε μαζί, σ’ ένα χώρο.
Αντικριστά, σα καθρέπτη.
Σε κοιτώ. Τι χρειάζεσαι;
Κοίταξε με. Τι χρειάζεσαι. Αγάπη.

Θα σ’ αγαπώ. Το καταλαβαίνεις;
Η κάθε σου κίνηση σημαίνει επαφή.
Οι άνθρωποι παλεύουν –ηρέμησε.
Ο χώρος τους δέχεται όλους. Δεν επιλέγει.

Όπως οι άνθρωποι.
Ο αέρας καλύπτει κάθε κενό. Προσφέρει ζωή.
Κοίταξε με. Τι θα δεις;
Σε επηρεάζει η ζωή.

Ξέρει να θεραπεύει η ζωή. Με περίπατο.
Γιατί όλοι ανακατεύονται;
Τι είμαι για σένα εκτός από κίνηση. Αγάπη.
Ψιθυρίζει η ζωή. Τούτο είναι ομορφιά.

Όχι η γύμνια της εποχής μας.
Ν’ ανακαλύπτεις αγνά, στο γάμο,
Την διαφορά, τούτο είναι ομορφιά.
Σιγά σιγά, εμπιστεύομαι τον εαυτό. Τον θέλω.

Οι γονείς φοβούνται την ανεξαρτητοποίηση σου.
Το αγαπούν μα δεν το αφήνουν.
Το συναντούν μα τα μάτια τους δε λάμπουν.
Δεν χαμογελούν. Κοιτούν. Όμως, γελούν;

Ελπίζω να με θυμάσαι. Σα φίλο.
Τι πιο πιθανό από αυτό.
Λέξεις επιλεγμένες. Λουλούδια σε βάζο.
Διάδρομοι στο χώρο –δεν ήταν ποτέ του, κακός.

Περιείχε κι εκείνος, κάτι.
Ο ένας, κατασκευάσματα, έργα ανθρώπων.
Πληγές, συμπεριφορές. Πόνο. Χαρά.
Ο άλλος, περιμετρική αντιμετώπιση.

Ο ένας, πόνο, φτώχεια. Διακρίσεις.
Ίσως κι αγάπη. Στοργή.
Ο άλλος.
Περπατάνε, μαζί. θεραπεύονται¢

Αν μπορούσα να πουλήσω, απλά, τον εαυτό μου
Προσεγγίζοντας σε, έχοντας με εσύ, προσελκύσει
Με το ιδιαίτερο σου βλέμμα και ηθική,
Ντύσιμο, σαν γνωστός σ’ εμένα φιλικός πίνακας

Με χρώμα φυσικό, αδιάλυτο από τη φθορά,
Ποια θα ήταν η επόμενη κίνηση.
Ένα ανεπαίσθητο άγγιγμα των χεριών,
Βυθισμένος στα θηλυκά, όλο φυσικότητα μάτια σου.

Ή μήπως μια ζεστή καλημέρα,
και μια κίνηση του σώματος, ενόσω
εκδηλώνεται η τάση
Πως σου πουλάω τον εαυτό μου, όπως στη φαντασία σου.



Ο μάλλινος σου σκούφος,
Η ζεστή σου “κάπα” στο χρώμα του εύφορου εδάφους
Του υγιούς, όλο υποσχέσεις, με καλούν,
Κοντά σου –τα χρώματα, το οικείο περιβάλλον.

Η διαφορά,
που χαράζεται με τα δικά σου χρώματα, στον ορίζοντα
Σαν ξύπνημα πρωινού έπειτα από κοινή ικανοποίηση.
Με φόντο, βουνά ή θάλασσα. Ουρανό και αγάπη.

Κάπου μακριά από ανθρώπινες γλώσσες
Φιδιών δυστυχισμένων.
Μεις οι άνθρωποι διανύουμε και καλές στιγμές.
Αρκεί να υποδεχόμαστε καθημερινά, ο ένας τον άλλο.

Όπως κάθε νέα χρονιά,
Όπως τη φτώχεια ή τους άστεγους;
Κείνους που βιάζουν να ωριμάσεις, αυτόματα
Σαν ρομπότ. Ποιος σας όρισε κηδεμόνες μου;!!

* *

Το θέμα είναι,
πως δεν μπορώ να αγκαλιάσω κάτι άψυχο.
Για τον Θεό ως Πνεύμα, δεν έχει νόημα.
Για μένα, ίσως και να είναι το νόημα της ζωής.

Τι ψάχνουν οι γυναίκες στον άντρα. Ζεστασιά.
Ένα δεύτερο κεφάλαιο τρυφερότητας –σταθερότητας.
Μια σωστή ραφή, συνεχόμενη, με σπάνιες διακυμάνσεις.
Να γεμίσει κάποιος, την άδεια τσέπη των γονιών

από συναισθήματα και υποστήριξη.
Ορισμένοι γεμίζουν τον χώρο ή τον αδειάζουν, καθημερινά.
Άλλοι προσθέτουν τη χαρά της ανεξαρτησίας.
Κι ορισμένοι κοιτούν, μα δεν αγγίζουν–αγγίζονται.

Τι μας κάνει να γελούμε είναι
Το κουκούλι της νιότης. Ευτυχώς,
που διαφέρουμε –τελικά.
Τούτο είναι ομορφιά.

Πίσω από κλειστές πόρτες,
τους ανθρώπους ζωγραφίζω.
Στην πόλη περπατώ –ξανά με το νου.
Πυκνογραμμένες σελίδες οι ιστορίες τους.

Κάποιος γέρνει το πρόσωπο του, κολλημένο στο τζάμι.
Στέλνει το βλέμμα του στις γνωστές γωνίες.
Νομίζει πως ακούει μουσική.
Σκαλίζει το τραπέζι με το νύχι του.

Πόσες γωνίες σχηματίζει τούτο το πρόσωπο.
Χαμογελά αυθόρμητα από συγκίνηση.
Μουρμουρίζει, επαναλαμβάνει μία μελωδία
Σαν πρόσφυγας κείνου του τόπου κάθε μιας νότας.

Άνθρωποι βαδίζουν σε ίδιους δρόμους.
Γειτονιά και οικογένειες. Περιοχή και μεγαλώματα.
Τόποι μακρινοί –μας καλούν.
Σα να σπάει κάτι θεατρικό. Ο δικός μου ρόλος ποιος είναι;

Όσοι φοβούνται να ζήσουν, όχι,
δεν φοβούνται να πεθάνουν. Δεν τους προσέφερε
Τίποτα, η κοινωνία. Γειτονιές, περιοχές, μακρινά χωριά
και τοπία που αφήνουν ασυγκίνητες, μεγάλες μάζες.

Μισεί τη χοντρή φωνή στις γυναίκες.
Ενόσω κυκλοφορούν με υφάσματα-εσώρουχα.
Πόσο ντροπιάζονται.
Γυμνές ψυχές, βρώμικες σ’ εναλλαγή αόριστα, συντρόφων.

Οι φιλίες είναι η αγάπη μας.
Το περίσσευμα της επιείκειας μας¢
Κάποτε λήγουν τα παράπονα.
Αυτό σημαίνει, συνεχίζω τη ζωή μου.

*

Έπειτα σε συνάντησα στη στάση του λεωφορείου.
Μύριζε άσχημα το άρωμα σου. Βαμμένη και
Ντυμένη στην επιδεξιότητα της σημερινής μόδας.
Μέσα, έστεκες πολύ κοντά στην έξοδο, όπως κι ο ίδιος.
Κι όμως ένοιωσα αγάπη μέσα μου –ήσυχα ταπεινά όπως έστεκες.


Γεράσιμος Μηνάς 2004

(το παρακάτω, είναι, ένα, ποίημα, με διάφορες ενότητες)

------ Ανατομία -----------

Συμβαίνει.
Απόλυτα μα αρμονικά.
Η κίνηση. Η στασιμότητα.
Ένας στρόβιλος από φτερά περιστεριών.
Το πατημένο κομμένο κοτσάνι τριαντάφυλλου στο δρόμο.
Κινούμενη, στάσιμη ομορφιά.

Αγάπη σε κίνηση, με προοπτικές.
Στάσιμη, με ελάχιστες ικανότητες εξυπνάδας.
Μια ξαφνική συνάντηση.
Άγνωστος, με το χρόνο ακόμα, σε κίνηση.

Δυό καρέκλες, στραμμένες στην ίδια κατεύθυνση.
Η εποχή της γυναίκας σε σημείο κορεσμού.
Εποχή της παρακολούθησης από μηδέν χώρο.
Εικόνες επιλεκτικά στον καθένα.
Ήχοι, όχι ακόμη μαθημένοι, πιθανόν, αγαπημένοι.
Τοπικά, αφηρημένοι άνθρωποι. Νοσταλγικοί.

*

Πρέπει να περιμένεις, να έλθει ο άλλος.
Προς αναζήτηση συντροφιάς. Επιβεβαίωσης σεβασμού,
Ιεραρχίας ή απλά, συνδυασμού υπομονής
Με ψήγματα αγάπης μα και ανθρωπιάς.

Μείγμα εξέλιξης της στασιμότητας.
Απόλυτης μα αρμονικής.
Συμβαίνει.
Ως προεργασία στο νου.
Ως κοντινό φιλικό πρόσωπο, ενόσω το
Διαβάζεις, το εξηγείς, το απλουστεύεις.

Σα να ταξιδεύω, στο εστιατόριο
ενός τραίνου σε κίνηση,
Καθισμένος σ’ ένα σημείο,
Με όλα να αφήνονται, έξω, πίσω,

Σαν εκπομπή φυσιολατρικού καναλιού.
Επίδοξου καταγραφέα ήδη υπαρχόντων
Φυσικών μεταλλαγών στο φυσικό περιβάλλον,
Προβάλλοντας τα ιεραρχικά, ανώτερα.
Προς στιγμή, όμως. Προσπερνιούνται. Ξεχνιούνται.
Ο άνθρωπος αναλαμβάνει εξουσία.

Μετακινείται από πόλη σε πόλη.
Με τα ίδια χαρακτηριστικά.
Με αποδεκτές πηγές συνοχής,
Συνενοχής, αντίκρυ σε γνωστά στοιχεία.

Στοιχεία κατανόησης
προς αναζήτηση
Του υπόλοιπου κομματιού
–τι ομορφιά.
Του κόσμου
και της θέσης μας.
(Ποτέ δεν μου άρεσε η πραγματικότητα).

Πότε θ’ αγκαλιαστεί, τούτο το σώμα,
μ’ εκείνης.
Ν’ αποκτήσει νέο ρόλο.
Απόλυτο, μα αρμονικό.

* *

Πλησιάζοντας μεγαλύτερες ηλικίες,
πληθαίνει η ανάγκη επιβεβαίωσης
Της κίνησης, σε προσωπικό τομέα,
Μη παραιτούμενοι από απλές μετακινήσεις.
Ικανοί συνεχιστές του πρωταρχικού σκοπού:
Αναθρέφω, σταθερά ακόμη.

Ίδιοι και πολύτιμοι. Αγαπημένοι.
Απολαμβάνω νέες ενέσεις σταθερότητας.
Εξελικτικά, από το βίο των τέκνων,
Σκληρά, φορές, μα πάντοτε παρόντες.

Κι αν τα μάτια πονέσουν, ο ήλιος
Στο τραπέζι, κόντρα στον τοίχο, με παρέα
Τα γιατρεύει. Αρμονικά, σα ήρεμο δείλι.
Σα εκδρομή με περιπάτους, χέρι με χέρι.
Εγγόνια απ’ το χέρι. Θάλασσα. Βουνό. Ανακαλύψεις.
Πως ζητάς, γρήγορα, φορές, αυτά τα μάτια.

Σφαλίζεις τα μάτια, αναπολώντας.
Κάθε νέα αγάπη, είναι η Αγάπη.
(Μια φορά μόνο, ερωτεύτηκα, πραγματικά,
Κι ήσαν τα μάτια της μια νοητή γραμμή,

Που εξακολουθούσε στο οδόστρωμα,
Φεύγοντας – η σημαιοφόρος του Ναυτικού.
Κάθε βράδυ η γραμμή, απομόνωνε το χώρο,
Το φώτιζε. Ανέμενε το πόρισμα).
Γιατί πρέπει, πάντα, τα χρήματα να μας ορίζουν.
Μεσημεριάζει. Απόλυτα.

Κι όμως δεν ζητά. Τίποτα.
Δεν απαιτεί. Αναλόγως οι άνθρωποι¢
Θέλω χρόνο να μπω στη πόλη,
Να χαρώ τη στασιμότητα της.

Με όποια παλιά κτίρια σηκώνονται
Κάθε πρωί, μαζί με τους ανθρώπους τους.
Μιλάνε οι καρδιές. Και πίσω από κλειστές θύρες.
Από δωμάτιο σε δωμάτιο.
Με καύσωνες. Σε περασμένες ώρες. Βραδινές.
Η ζωή επιβεβαιώνεται στον καθένα. Σταθερά.

Πως καταλαβαίνεις, πότε πάλλεται από αγάπη,
η πόλη. Πως βαθουλώνει ο αέρας της
στο στάσιμο πέπλο μιας καθημερινότητας
εξουθενωτικής, μα κυρίαρχης¢

Στάζει η ανανέωση, σα νερό, πάνω σου.
Ολοκληρώνεται με “χορευτικές” κινήσεις, εσωτερικά.
Όπου τα κατάλοιπα της Χούντας στους δρόμους
-δύο αστυνομικοί κι ένας στρατιώτης-
Προκαλούν εντύπωση, προσωρινά. Σίγουρα, ξεχνιούνται,
Μες το πάθος και την έκσταση συναισθημάτων.

Προσωπικών, αφού αφορούν δύο.
Ορθώνονται οι μύες, μόνο, του αρσενικού.
Πώς να τα βάλεις με τρεις.
Η σκέψη ανησυχεί πιότερο, απ’ όσο η μυϊκή δύναμη.

Αναδεύονται οι χαρακτήρες στις κορνίζες.
Φυσούν από μέσα, τη σκόνη, πάνω μας.
Ανήμποροι. Ανήσυχοι. Σαν κύηση στην ώρα της.
Ευτυχώς, μας ψεκάζουν σταθερά, από τον αέρα
-με τη σαθρή σκέψη τους, καταστρέφουν με μίσος,
Και τ’ αρχαία μας, πόσο δε την ιστορία.

Λυπάται.
Απόλυτα, μα αρμονικά.
Συμβαίνει.
Θέλει και μιλά. Σε περιμένει.

Ωραιοποιείται κάθε εποχή.
Ποτίζεται λησμονιά.
Με κατάλοιπα καυσαερίων, ήδη αναπνεύσιμα.
Με εγκλήματα τύπου Ρικομέξ, ακόμη ατιμώρητα.
Θυμάμαι τις μέρες με την αξία τους.
Μία μία.

Δεκαετίες χωρίς έρωτα. Αγάπη.
Πνοή σταθερότητας, με τροχό διαρκώς λαδωμένο.
Στηρίζω το χαμόγελο με το χέρι.
Μεσημεριάζει. Απόλυτα.

Σε λίγο, η γυμναστική θα αλέσει όποιες καταχρήσεις.
Μια θλιμμένη μουσική θα με κοιμίσει.
Ελαφρύς πόνος στην καρδιά.
Στάσιμο σώμα, υποφέρει. Γυροφέρνει.
Ησυχία. Τόποι και διακοπές.
Σου είπα, σε γνωρίζω.

Σε συναντώ, με μια βόλτα στο πεζόδρομο.
Βγήκες παρέα με το ζωντανό.
Παιδιά στο πάρκο. Χαρούμενες φωνές.
Η γη αντέχει ξανά, την πίεση των ποδιών μας.

Μια από εκείνες τις καλοκαιρινές νύχτες,
όπου η αϋπνία βαπτίζεται αγάπη, χαρά.
Στάσιμοι στον τόπο μας, τον αποδεκτό, πλέον.
Κείνον που μας προσφέρει εργασία
κι ένα μήνα άδεια, το χρόνο.
Ένα απαλό φως πλημμυρίζει το πεντάγραμμο.

Αν είμαστε τυχεροί, χαιρόμαστε τ’ αστέρια,
Με μια σκοτεινή θάλασσα στα πέντε μόλις βήματα.
Σα κουβέρτα απόψε, τούτη η άμμος.
Δροσερή, με μαζεύει μέσα της.

Ξέρεις πότε έχεις ανάγκη από διακοπές;
Ενώ επιμένεις στις αγαπημένες σου μελωδίες,
κοντά –σε λιγάκι- κάπου στα μεσάνυχτα.
(Δεν έχω ακούσει ποτέ, μουσική, ολόκληρη νύχτα).
Τούτος ο χώρος μετουσιώνεται με το γλυκό αχνό φως του
και τις μελωδίες, σε ιερό, γαλήνης και καθαρότητας.

Τα τοπικά γεγονότα μες τη χλιδή
και τους επίσημους χορηγούς, με αφήνουν ανεπηρέαστο.
Κάθε φορά που κάποιος συνάνθρωπος χάνεται απ’ τη ζωή,
Κόβεται κι ένα κομμάτι μου.

Κόβονται κι οι δεσμοί, με ρατσιστικά πρότυπα.
Προοδευτικά, όποιοι θεσμοί, μας χώρισαν
σε διαφορετικούς βωμούς λατρείας.
Σα να στέκεται η βοήθεια σε ένα σημείο,
Κι εμείς, πηγαινοερχόμαστε, με τάματα
και ψεύτικες υποσχέσεις αλλαγής του χαρακτήρα.

Στο σκοτάδι δεν ξεχωρίζουν οι λακκούβες στο χώμα
Οι πλαγιές ή τα βουνά στον ορίζοντα.
Οι ψυχές πάνω τους. Ενόσω αλλάζουν πλευρό.
Σε ασφάλεια, με πείνα ή σε αδιάφορη στάση.

Έχασα ένα ακόμη ηλιοβασίλεμα –ευτυχώς,
Η γη κινείται, δεν στέκεται.
Μες την ψευδαίσθηση της εναλλαγής των ημερών.
Κάθε μέρα, είναι η γιορτή κάποιου.
Η σφραγίδα, πάνω στο εξιτήριο, προς επικοινωνία.
Φάρος που στριφογυρίζει, καλωσορίζοντας.

Στα “σκοτάδια” επιτρέπεται ένα τέμενος
σε μια επιμελώς χριστιανική κοινωνία.
Η καταστροφή αρχαίων τόπων και περιοχών
Προς εξυπηρέτηση σύγχρονων κατοικιών και μετακινήσεων.












ΔΕΥΤΕΡΗ ΗΜΕΡΑ

Ορισμένοι αποζητούν τον άνθρωπο
μέσα από τις γνώσεις των βιβλίων.
Αλφαβητικά, δίχως πνοή ή δικαίωμα αντίλογου.
Σα να ξεχωρίζεις ένα όργανο του ανθρώπινου σώματος.
Λες και ο εγκέφαλος ελέγχει, ας πούμε,
την ποιότητα του αέρα που θα εισπνεύσουμε.
Λες και είναι προκαθορισμένες, η έλξη,
Η ανοχή, η ποικιλία των αντιλήψεων
ανάμεσα στα δύο φύλα.
Ελεγχόμενες ας πούμε, οι αντιθέσεις, από χώρα σε χώρα.

Ίδια η μυρουδιά του φαγητού,
από μάγειρα ή νοικοκύρη
Από ποιότητα υλικών. Φυσικά ή βιομηχανοποιημένα.
Η όψη των πόλεων, αλλάζει.
Οι εγκυκλοπαίδειες παλιώνουν.
Χάνει όμως το ενδιαφέρον, από αλήθειες¢

Ορισμένοι γονείς, υποστηρίζουν με βία,
Πως γνωρίζουν το ποιόν των τέκνων τους,
Επικοινωνώντας με ένα απλό χαιρετισμό,
Ή με μία, σπάνια βοήθεια στα μαθήματα.

Γονείς ως κίονες ασφάλειας,
με πολλαπλά ραγίσματα, τωρινά, στάσιμα,
Αναμένοντας με πλήρη άγνοια, την κατάρρευση τους.
Άνθρωποι, κινούμενοι μέσα σε προβλήματα,
Τα οποία παραμονεύουν, πάντοτε ετοιμοπόλεμα,
Πάντοτε, με καταστρεπτικές διαθέσεις.

Δες, θυμήσου, πόσο συχνά, πια, τα παιδιά,
φέρονται άσχημα στους ενήλικες. Σ’ όσους δεν γνωρίζουν ακόμη.
Προϊόν μη ελέγχου από μικρή κοινωνία σε μικρή κοινωνία.
Προϊόν μεταλλαγής σε συμπεριφοράς των αξιών.

Γρήγορα αυτοκίνητα σε δρόμους ήπιας κυκλοφορίας.
Μικροατυχήματα από αδιάφορους πεζούς.
Συγκρούσεις με τράμ, από βάρβαρους οδηγούς τετράτροχων.
Συμβαίνει.
Απόλυτα. Όχι όμως αρμονικά.
Με πάθος. Δίχως συγνώμη.

Τώρα μιλώ.
Τώρα εκφράζομαι. Πολλά αμελώ.
Συνειδητά, οι γείτονες αλληλοσπαράζονται.
Φτιάχνουν μια ζωή, εναρμονισμένοι με το περίμενε.
Πότε θα ενοχληθούν, ποια τα αντίποινα.
Σα μικρά παιδιά
Αποζητώντας τοπικό στόχο. Εκτός απ’ το φαγητό, πια.
Κάθε παρουσία και ενόχληση.
Από ξένο σε ξένο. Ευτυχώς.
Ευτυχώς, δεν γνωρίζω πολλά.

Μήπως κάνω τη ζωή περισσότερη εύκολη;
Ή από άγνοια δεχτώ τα χειρότερα;
Συμβαίνει.
Απόλυτα. Πια.

*

Τις ώρες που αργοστέκομαι,
σκέπτομαι τα μάτια,
Προτού η μυωπία τα χαρακώσει αρκετά,
Προτού το θάρρος του κόσμου, μοιάζει με θράσος.
Περιέργως, είμαι στο νησί. Ανεβαίνω τα σκαλοπάτια
ως το διάδρομο με τα ξύλινα, φαγωμένα πατώματα.

Πάνω απ’ το μαγαζί του παππού.
Με μια τράπουλα εύκαιρη για μας τα εγγόνια.
Με τον καλό λόγο. Τη σοκολάτα γάλακτος,
Συνεχώς, εύκαιρη. Με το γέλιο του παππού

που ποτέ δε θύμωνε εμπρός μου.
Μόνο ο μπαρμπέρης γνώριζε συχνές επισκέψεις,
στο διπλανό χωριό, ίσαμε είκοσι λεπτά, περίπου, ποδαρόδρομο.
Στροφές, ευθείες, στο βάθος μακριά η θάλασσα. Ελιές. Ολόκληρες περιοχές. Παιχνίδια του φωτός με τα μονοπάτια τους. Να κινείσαι.
Όπως το ζωσμένο γαϊδούρι, με το μεγάλο ψάθινο καλάθι με το ψωμί.

Γλυκό μου νησί. Πόσα χρόνια που ‘χω να σε ματαδώ.
Χρόνια νεότητας θαρρετά. Με κίνηση συναισθημάτων.
Απλοϊκά.
Απλοϊκά τα φέρνω, τα σταθεροποιώ απ’ τη μνήμη.

Φυσάει. Το σπίτι μυρίζει φρεσκομαγειρεμένο φαγητό.
Μια πνοή από έλεος υπομένει.
Συμβαίνει.
Όχι πάντα. Μα αν τύχει απόλυτα αρμονικά.
Εν μέσω μεσημεριανής θαλπωρής, οδηγούμαι ξανά,
πίσω στο πατάρι, πάνω απ’ το μαγαζί του παππού.

* *

Γνωρίζω καταστάσεις,
Όπου, υπό την απειλή της θεωρίας του αιφνίδιου θανάτου,
Πατούν άτομα με θρησκευτική γαλούχηση,
Προκειμένου να φοβηθείς, άρα να αναγνωρίσεις

Εξουσίες, σε πρόσωπα με μόνο πραγματικό κέρδος
όποια αφοσίωση σου,
Σε ιδέες, σε πράξεις αποξένωσης,
Με ψεύτικο ενδιαφέρον και τελετές
Επαναλαμβανόμενες. Αναλλοίωτες. Δίχως άμεσο αποκούμπι.
Συμβαίνει.

Απόλυτα.
Εξίσου με την υστερία των Μ.Μ.Ε’
Για μένα, όσοι δικοί μου έχουν πεθάνει,
Ποτέ δεν τους γνώρισα αληθινά.

Όμως τελευταία,
Κινείται η έννοια φιλία, στα του βίου μου.
Λες και ξεκινάει ετούτος, έστω και τώρα,
Δεκατέσσερα έτη έπειτα από την ενηλικίωση.
Τόσος χρόνος. Μήπως σταμάτησε;
Κλειδώθηκε η ομορφιά, κάπου σκοτεινά,

Αναμένοντας το θάνατο (ειρωνεύομαι).
Μόνο η φύση σε διέγερση,
Επιτρέπει μες την παρουσία της
Την διέλευση των αξιών της ζωής, με όποιες εικόνες της.

Εικόνες συνέχειας ανάμεσα σε παντρεμένα ζευγάρια.
Συμπάθειας, στοργής. Υπομονής παρά την κούραση.
Επιμονής για συνέχεια. Παρακάτω. Μαζί.
Απόλυτα, μα αρμονικά.
Σχέση με μαθηματική δομή,
και συναίσθημα ασφάλειας, γιατί όχι υπεροχής.

Ναι, υπεροχής.
Τα υγιή πρότυπα δεν προτιμούνται.
Κινούνται, μα σταδιακά αρρωσταίνουν.
Πύο από αντιπαράθεση για ομοιογένεια.

* * *

Οι άνθρωποι μεγάλωσαν.
Τα ρούχα δεν θα λευκαίνουν
Όταν δεν θα τ’ αγαπάμε πια.
Αντίθετα με τους γονείς. Διαρκώς –με τη σκέψη σιμά μας.
Στέκομαι κοντά σου.
Με αντιλαμβάνεσαι;

Στη στάση. Ψωνίζοντας. Στο Αττικό πάρκο με τα ζώα
-με τις αντιδράσεις.
Αλληλεπιδρώ με το νου, όπως και μαζί σου.
Στο δρόμο, προσπερνώντας σε.

Παραμένει όμως το σχήμα σου,
Άνθρωπε.
Συμβαίνει.
Απόλυτα έστω και μη υγιής.
Πόσους να ζωγραφίσω κι αν θα προλάβω.
Αφιερώνεται η αναφορά σε πραγματικά γεγονότα.












ΤΡΙΤΗ ΗΜΕΡΑ

Τον θάνατο, κανείς δεν τον προσκαλεί.
Στη τραγική δομή του Άδη, ο Δάντης,
έχει επιμέρους, δίκιο.
Εμένα με αφορά το βλέμμα κι η κινητικότητα.

Η απορία του θηλυκού,
για την επόμενη αντίδραση του αρσενικού.
Πως, στο κάθε φύλο η ζωή προσαρμόζεται.
Με τα ιδιαίτερα σχήματα, χρώματα.
Προτιμώντας σπανιότερα, παλαιότερες,
Παραδόσεις αλληλεπίδρασης κι επικοινωνίας.

Όταν η συμμετοχή σε κοινωνικές εκδηλώσεις,
Προέκυπταν από υπομονή και αγάπη.
Σταθερές μες τη καρδιά τους, ορθοποδώντας
οι χαρακτήρες, μαζί με την πόλη.

Ώρες απασχόλησης στην πόλη.
Ευχάριστες, με περίπατο, με στάσεις σε μικρά πάρκα.
Γωνίες κατοικιών εμπρός, πίσω μας.
Γωνίες προσώπων, συμπαθητικές, θελκτικές,
Ιδιαίτερες. Βήματα αρμονικά, σε ταχύ βηματισμό,
Ιδιαίτερα. Διάδρομοι με σκουπίδια στους δρόμους.

Υλικά σταθερά, προς τοποθέτηση, όλο συνοχή.
Επιφάνειες σε καθεστώς υγρασίας.
Επισκέψεις στην επιφάνεια,
Υπόγεια συστήματα εξυπηρέτησης.

Μικρά ή μεγάλα ντεσιμπέλ στη φωνή.
Ομοιομορφία, βαμμένοι, βρωμισμένοι τοίχοι
Λόγω καυσαερίου. Εσύ, εγώ, τα βλέμματα.
Η όρεξη σου κι η αγάπη.
Πρόσωπα σα ζωγραφιές γερασμένες.
Διασταλμένες κόρες οφθαλμού. Ανία. Κούραση.

Η γωνία του ήλιου στην πόλη.
Η όρεξη σου κι οι διαφορές στη θέληση.
Υπερβολές σε κατά και πρέπει.
Ο άνθρωπος, όν δικό του. Απόλυτα.

Ο καθένας μόνος του.
Για λογαριασμό του¢
Τούτο το δωμάτιο παύει από τοίχους.
Σαν να επεκτείνεται έως είκοσι μέτρα μακριά.
Προς κάθε κατεύθυνση.
Και σα να πλησιάζουν θαρρώ.

Είναι οι άνθρωποι
που με κοιτούν ερωτηματικά,
Μα ξέρουν πως δεν νοιάζονται.
Μόνο επιμένουν μες την καλόβουλη άνεση τους!

Μόνο ο άνθρωπος
κάνει κακό στον εαυτό του –συναινεί.
Και δεν μιλάω για όπλα τόσο.
Δίνω προτεραιότητα στον χρόνο,
Κείνον που αργανασαίνοντας
Ανάβει και σβήνει καθημερινά τους στύλους.

Κι αν συλλογιστείς
Πως μια πόλη διατηρεί το δικαίωμα
Να πράττει το κακό,
Ίσως ξεχάσω να υπολογίσω πόσα θέλω ακόμη εγώ.

Ίσως σε ψάξω κι εγώ
Στη δική μου γειτονιά.
Με τ’ απλωμένα ρούχα στις ταράτσες.
Σε ψάξω σε κάποιο “βιβλίο”
Με διάλογους φιλίας, συμπόνοιας,
“Τόμους ιστορικούς” μεγαλώνοντας ο καθένας.

Τώρα πια, απογευμάτισε.
Σταθεροποιούμαι, εβδομαδιαία.
Ξεχνώ κινήσεις που ποτέ δε θα φτάσω.
Συστήνομαι σ’ ετούτο το σημείο γης, κι εκείνο συγκαταβαίνει.


ΡΕΠΟ

Ο Θεός να συγχωρέσει
Όσες γυναίκες δεν απαντούν
στην εσωτερικότητα των αντρών.
Τόση σπατάλη χρόνου.
Λες και θα υπάρξουμε ξανά, νέοι.
Λες κι η “αγορά” ευκαιριών θα λειτουργεί συνεχώς.

Πώς να παρακολουθήσεις τον διπλανό σου,
Αν η καρδιά είναι στεγνή
ή επίπεδη
ελεύθερη, μα τυφλή.

Στάσιμη.
Απόλυτη,
όπως οι επιθετικές βουλές των λιμενικών.
Η εξοντωτική παρακολούθηση, μέσω καμερών.
Κατάργηση ελευθεριών, έκφρασης, βούλησης.
Διεφθαρμένοι μπάτσοι, αγενείς. Κάθε καρυδιάς καρύδι.

Μετακινήσεις.
Που ποτέ δεν θα δεις.
Βρώμικες γωνίες, ξεφτισμένες συνοικίες.
Βίοι ανθρώπων που ποτέ δεν θα αγγίξεις. Συμβαίνει.

Ευτυχώς, το χαμόγελο πάντοτε με εκπλήσσει.
Ή η παραμικρή έκφραση στοργής
Το ενδιαφέρον.
Η πραγματικότητα.
Μια ξαφνική βροχή.
Χαμήλωμα των τόνων.

Υπάρχουν πράγματα που δεν ανέχομαι.
Κάπως έτσι ξεκινάς, συμμετέχεις στα κοινά,
Με την άποψη σου.
Σταθερές απόψεις, πινέζες στην πόλη.

Διακλαδίζονται, επικοινωνούν.
Αλλάζουν. Τονίζονται.
Κλιματίζουν μια πόλη.
Άλλες αποφεύγεις, άλλες αγαπάς.
Επισκέπτεσαι. Μετακινείσαι στους δρόμους της
Με φανταστικούς διαλόγους. Κρυφά χαμόγελα.

*

Μασώ τις φέτες πεπονιού
με διάθεση επιστημονικής μελέτης
Βαστώντας την υπέροχη γλύκα στον ουρανίσκο μου.
Γνωρίζοντας, πως κάποτε θα στερηθώ μία ακόμη τροφή.

Ακρίβεια. Μεταλλαγμένα. Ραδιενέργεια. Ψεκασμοί.
Στομάχι γεμάτο. Χαλαρές συνειδήσεις.
Άγχος.
Μια ξαφνική μουντάδα.
Δεν ξέρεις τι θες.
Τι λες, θα βρέξει;

Φορές, αναρωτιέμαι, ποιος ο λόγος
τόσων παραπόνων στην τηλεόραση;
Ρίξτε μας κι άλλα βάρη, να μη μιλάμε.
Πατήστε πάνω μας

Υποτακτικοί των Αμερικανών.
Αρχαιοκάπηλοι. Περήφανοι. Πολιτικοί.
Τώρα, ένα βλέμμα χάνεται, εξωτερικά.
Τι κάνεις εκεί μέσα;
Άγχος.
Ανάγκη για ησυχία και μοναχική ψυχαγωγία.

Μήπως ξεχάσω να ζητώ απ’ τον εργοδότη
του μεγάλου σούπερμάρκετ του δήμου
Αύξηση της σύμβασης.
Μήπως και δημιουργήσω κι εγώ οικογένεια.

Αντ’ αυτού, οι αλυσίδες αυτές,
Χαρίζουν σε κάθε δήμο, μηχανές για το γκαζόν ή το κούρεμα θάμνων,
Στις τοπικές πλατείες,
Ώστε να μην πιέζονται από τοπικούς άρχοντες
Περί πρόσληψης νέων υπαλλήλων
Στο γκέτο εργασίας τους.

Ξεφυσώ.
Συμβαίνει.
Απόλυτα και αρμονικά!
Πόσα οχτάωρα ως αύριο, για δουλειά;












Η ΕΠΟΜΕΝΗ ΗΜΕΡΑ

Πόση δύναμη σου δίνει το μίσος.
Πως σφίγγει το σώμα, το πείσμα.
Πως ξεχειλίζει η έκλυση ενέργειας για κακό,
και πάταξη των εχθρών.
Πόσο εύκολα πάει το μαχαίρι στην πληγή,
Ακόμη κι εναντίον των καταπιεστών κοντινών ομάδων ανθρώπων.
Λάθος.
Αυτά είναι τα συναισθήματα και η δράση
Της Χούντας
που κυκλοφορεί στους δρόμους, για το καλό μας.

Ακούω τα τραγούδια του Πολυτεχνείου:
«Της δικαιοσύνης ήλιε νοητέ»
«Όταν σφίγγουν τα χέρια».
Η γροθιά μου σφίγγει καθώς υψώνω τα χέρια.
Με τι ευκολία, οδηγώ τα βήματα σε διαδηλώσεις.
Υψώνω τη φωνή να πατάξω τώρα εγώ, τον ασταθή πλούτο.

Να ‘ξερες πόση πυγμή
Κρύβει τούτη η γροθιά.
Τι αντίσταση και πόση αγάπη για την Πατρίδα.
Αγάπη παρόμοια για το γυναικείο σώμα.

Λεπτά, με καθετί στο ανάλογο φυσιολογικό του μέγεθος.
Σχήμα. Καμπύλη.
Τώρα ξέρω γιατί οι γυναίκες είναι ευαίσθητες.
Ξεχειλίζει το έμφυτο μητρικό ένστικτο, στον καθένα μας.
Σωστή, στην κυκλοφοριακή αγωγή,
Αν και κατά τόπους προκλητική, πάνω απ’ όλα, γυναίκα.

Η ηρεμία δεν σημαίνει δειλία.
Ούτε και αποχή.
Ο άνθρωπος, απαιτείται να ενδιαφέρεται για τα γεγονότα.
Διακινούνται, κι αν ψάξεις καλά, βγάζεις κάθε σκάνδαλο στον αέρα.

Τι είμαι εγώ, παρά ένας άθλιος ανθρωπάκος,
Ένας άτυπος αρθρογράφος
Ανώνυμος μεταξύ ανωνύμων, κρυφών Διοικήσεων,
οι οποίοι επιδιώκουν δικά τους συμφέροντα,
Ποια αλήθεια θα βγει, να βάψει
Το σπίτι της συνείδησης μας, της καρδιάς.

Της ψυχής¢
Η δικιά μου εμμονή είναι να επεκτείνω,
Να σταθεροποιήσω τη σημασία της γνώσης
στο πραγματικό της επίπεδο. Εδώ. Για σένα και μένα.
Μήπως διοχετεύσουμε αναλόγως σταθερά,
Με μέτρο και αίσθηση σημασίας χρόνου, την ελευθερία μας.
Είσαι άνθρωπος. Απαιτείται να συμμετέχεις.
Πρέπει να συμβαίνει.
Αν όχι απόλυτα, αρμονικά.
Εδώ. Υγιής νους. Με μέτρο. Πατώ σταθερά,

Σε βάση στερεή, πυκνοδομημένη.
(Αναρωτιέμαι γιατί με δυσκολεύει, τελευταία,
ο ύπνος, τα μεσημέρια).
Επιθυμώ μια βαθύτερη χρήση

Του λεξιλογίου της ζωής.
Όπου λείπει το ευχαριστώ, η συγνώμη
Η επιθυμία μάθησης.
Η παύση. Η σταθερότητα.
Συζητώ μαζί σου.
Δεν λείπεις.

Δαπανώ χρόνο γι’ αυτά.
Αναφέρω την ομίχλη της πραγματικότητας μου.
Άλλωστε, ο καθένας βρίσκεται στον “τόπο” του.
Γιατί καταπιέζεσαι και δεν ενεργείς;

Δεν συνεργάζεσαι¢
Αν δεν διασκεδάζω φταίω εγώ.
Αν δεν κολυμπώ στη θάλασσα. Τι σημαίνει, αθλούμαι.
Κοπιάζω για τι; Για ν’ αρέσω;
Έλα μύρισε το στόμα μου,
Να δω, αν θα σ’ αρέσω.

*

Η τέχνη της ζωής
είναι όπως η τεχνική του φλερτ. Όλο αγάπη.
Πειράζει που τη σκέπτομαι;
Την πλησιάζω με οικειότητα, όπως την ηρεμία στο δωμάτιο.

Εγώ θα σε προσέχω, με στοργή και αγάπη.
Όταν θα ‘μαστε μαζί.
Θέλει έλεος η αγάπη.
Συνεργασία. Όνειρα.
Μια αποτελεσματική περίμετρος
Για τα ζιζάνια και η θλίψη.

Πιστεύεις ότι βγάζουν κάπου,
οι διάλογοι.
Μια σημαντική εμπειρία:
ενώ κοιμόμαστε, απλά, μαζί.

Τι συζητούν οι γονείς, μεγαλώνοντας.
Οι μοναχικοί ηλικιωμένοι.
Κείνοι, που η μοίρα τους έπαιξε άσχημα παιχνίδια.
Ο βίος μένει στάσιμος κάπου κάπου.
Συμβαίνει.
Ερωτηματικό.

Τι θα μας απασχολεί
όταν μεγαλώσουμε;
Με ρωτάς,
γιατί τόσο μίσος στον κόσμο;

Χαμένη επικοινωνία. Χρόνος για φόβο.
Σκληράδα. Αγένεια.
(Πουλάει η αγένεια;
Να υπολογίζω σ’ αυτό;).
Στα ταλέντα που δεν εξασκώ;
Σε όσα θα ‘θελα να επενδύω.

Στο απόλυτο,
όσων τολμούν να μου επιβάλλονται.
Σε διπλωματική γλώσσα ή σε αδιάφορη,
Από ανέκαθεν.

Για μένα, τα χρήματα, ήταν η ευκαιρία
να γνωρίσεις οποιονδήποτε.
Πάντοτε, μας άρεσε το καινούριο,
Το ξαφνικό. Το ποδοπάτημα όσων ξεχνούμε.
Τα αισθήματα της λύπης.
Συμβαίνει.
ΚΑΝΕ ΥΠΟΜΟΝΗ

Μπορείς να μείνεις μόνος σου αν το θες.
Ειδικά τούτη τη μέρα.
Αφαιρείς από τη γειτονιά, κάθε ζωντανή ψυχή
Ίσα που να τελειώσει η βόλτα ή η εξερεύνηση.

Η ζωή μου είναι το τώρα.
Τα θέλω όλα, ιδανικά.
Τη σχέση μου με τους γονείς.
Με τους γείτονες,
που λες και σήμερα δεν υπάρχουν.
Με το σώμα μου.

Οι κοιλιακοί
που δεν σφίγγουν αρκετά.
Ένα χρήσιμο ερωτικά, σώμα.
Ένας οργανισμός, πλήρως αποτοξινωμένος.

Νους υγιής, σαν άβγαλτος νέος,
πριν το στρατιωτικό.
Τα πραγματικά προβλήματα.
Τις πραγματικές ανησυχίες.
Γλώσσα αληθής, σαν προσέγγιση.
Πρώτα, του επίγειου εαυτού μου.

Ο οποίος δεν χαρίζει χρόνο
Ή χώρο, σε περιστατικά ανασφάλειας.
Σε κοιτά,
και το πρόσωπο εξισορροπεί το άλλο παρουσιαστικό

που μικροδείχνει.
Το πιέζει, το εξισορροπεί.
Τώρα είναι η δική σου η ώρα,
να κάνεις υπομονή¢

Τώρα, εκτελεστή της διαθήκης,
είναι η δική σου η ώρα.
Να κάνεις υπομονή.
Συμβαίνει.
Τώρα που διεκδικώ τα του βίου,
Με σφιγμένη γροθιά

Γι’ αγαπημένες αναμνήσεις,
Πρόσωπα
στα οποία δεν είπαμε: σ’ αγαπώ.
Ο καθένας στο δικό του προαύλιο.

Απόλυτα, για όσο θέλει.
Με στιγμές, ενόσω μετανιώνουμε,
Σαν τίτλοι αρχής κι όχι διακοπής.
Ζήσε τη ζωή σου, μοναδικό πρόσωπο.
Ξέχνα όσους βολεύτηκαν, ήδη.
Ξέχνα το τραγικό μέλλον.

Συμβαίνει.
Απόλυτα μα αρμονικά.
Η κίνηση. Η στασιμότητα.
Μη φοβάσαι. Ο δικός μου στρόβιλος δεν σε αγγίζει.


Γεράσιμος Μηνάς 2004